Χρειάστηκε να περάσουν αιώνες προκειμένου οι Τούρκοι να αποκτήσουν επίθετο δίπλα στο όνομα τους. Εάν θεωρήσουμε την Τουρκία συνέχεια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, οι Τούρκοι απέκτησαν επίθετα μετά από εκατοντάδες χρόνια ώστε να εναρμονιστούν με κάτι τόσο απλό που υπήρχε στον υπόλοιπο κόσμο χρόνια πριν. Ταυτόχρονα, όμως, όλες οι μειονότητες που ζούσαν στην Τουρκία, όπως οι Έλληνες, αναγκάστηκαν να «τουρκοποιήσουν» τα δικά τους.
Ήταν η 21η Ιουνίου του 1934 όταν ο Κεμάλ, θέλησε να εκσυγχρονίσει τη χώρα του και να την φέρει πιο κοντά στα δυτικά πρότυπα, τότε ψηφίστηκε ο περίφημος «νόμος του Επωνύμου».
Μάλιστα μετά την ψήφιση του νόμου, το τουρκικό κοινοβούλιο απένειμε στον Μουσταφά Κεμάλ το τιμητικό επώνυμο Ατατούρκ (Πατέρας των Τούρκων).
Με το νόμο αυτό όλοι οι Τούρκοι έπρεπε να φέρουν επώνυμα επιπλέον του ονόματος τους και το επώνυμο έπρεπε να ακολουθεί το σωστό όνομα σε υπογραφή, ομιλία και γραφή.
Εκείνος που επέλεγε το επώνυμο της οικογένειας ήταν ο μεγαλύτερος σε ηλικία άνδρας του σπιτιού, και αυτό ίσχυε νομικά έως το 2013. Δεν πρέπει να παραβλέπουμε το γεγονός ότι οι Μουσουλμάνοι στην Οθωμανική Αυτοκρατορία έφεραν τίτλους, παραδείγματα αποτελούν οι όροι «πασάς», («paşa»), «μπέης», («bey»), «χότζας», («hoca») κ.ά., οι οποίοι αντικατόπτριζαν είτε το επάγγελμά τους είτε το κοινωνικό καθεστώς τους.
Το επώνυμο έπρεπε να ακολουθεί το όνομα γραπτώς και προφορικώς, και τα ονόματα απαγορευόταν να είναι περιπαικτικά ή να έχουν ιστορική χροιά δίχως την απαραίτητη γενεαλογική τους αιτιολόγηση.
Απαγορευόταν ρητά τα επώνυμα να έχουν επιρροές από ξένες γλώσσες και πολιτισμούς. Έπρεπε απαραιτήτως να έχουν τουρκική ρίζα, και μόνο. Επιτρεπτή κατάληξη επωνύμου ήταν η τουρκική «-όγλου», (-oğlu), και όχι ελληνικές, αρμένικες, σλαβικές, περσικές και αραβικές καταλήξεις.
Θα μπορούσε όλο αυτό να είναι μια πράξη ανάπτυξης σε μια υπανάπτυκτη χώρα και να την πάει μπροστά.
Όμως στην συγκεκριμένη περίπτωση ο «νόμος του Επωνύμου» έκρυβε σοβαρές παγίδες για τις άλλες εθνότητες που ζούσαν αιώνες στα εδάφη της Οθωμανικής αυτοκρατορίας και μετά της Τουρκίας.
Σε κάποιο άρθρο του νόμου λοιπόν αναφερόταν ότι: «τα ονόματα μπορεί να μη σχετίζονται με την στρατιωτική τάξη και την πολιτική διοίκηση, σε φυλές, ξένες εθνότητες, ούτε μπορεί να είναι προσβλητικά ή γελοία. Η χρήση των «ιστορικών ονομάτων» χωρίς τα κατάλληλα γενεαλογικά αποδεικτικά στοιχεία, απαγορευόταν επίσης.»
Τι σήμαινε στην πράξη αυτό; Όσα επίθετα περιείχαν έστω και συνειρμό ξένων εθνοτήτων, πολιτισμών, φυλών και θρησκειών, ήταν απαγορευμένα. Για παράδειγμα εάν ένας Έλληνας Τούρκος πολίτης είχε επίθετο που τελειώνει σε «–δης», ή σε «-πούλος» ή σε «-ακης» αυτό απαγορευόταν.
Ομοίως εάν ένας Αρμένιος που ζούσε στην Τουρκική επικράτεια το επίθετο του τελειώνε σε «-ιάν», αυτό απαγορευόταν. Το ίδιο ίσχυε και για τους σλάβους που ζούσαν στην Τουρκία και τα επίθετα τους τελείωναν σε «-οφ» ή σε «ιτς». Όλα αυτά ήταν απαγορευμένα.
Επίσης σε άλλο σημείο, ο νόμος ανέφερε πως «επιβάλλεται οι πολίτες να επιλέγουν μόνο Τουρκικά επίθετα». Αποτέλεσμα αυτού ήταν πολλοί Έλληνες, Βούλγαροι, Αλβανοί, Βόσνιοι, Εβραίοι, Άραβες, Αρμένιοι, Ασσύριοι, Γεωργιανοί και Κούρδοι να υποχρεωθούν να υιοθετήσουν επώνυμα μιας πιο τουρκικής απόδοσης.
Μάλιστα, αναγκάστηκαν να αντικαταστήσουν για παράδειγμα την κατάληξη «-ίδης» (γιος του) με το τουρκικό «-όγλου» (Καζαντζόγλου, Μήτρογλου, Μουρατόγλου, κλπ.).
Και μην φανταστείτε ότι ο Κεμάλ σκέφτηκε κάτι το μεγαλειώδες που εφάρμοσε. Ουσιαστικά αντέγραψε αντίστοιχο νόμο του φασίστα Μπενίτο Μουσολίνι, του 1926, όταν ήταν πρωθυπουργός του Βασιλείου της Ιταλίας.
Τότε ο Μουσολίνι υποχρέωσε με νόμο τις εθνότητες που ζούσαν στην Ιταλική επικράτεια να κάνουν το επίθετο τους «περισσότερο ιταλικό» ακόμα και αν ήταν Κροάτες, Ελβετοί, Σλοβένοι.