Σαν σήμερα, το 1895, ο επιχειρηματίας Άλφρεντ Νόμπελ ανακοινώνει τη θεσμοθέτηση επιστημονικών βραβείων, που θα φέρουν το επώνυμό του.
Τα Βραβεία Νόμπελ είναι ένα σύνολο από ετήσια διεθνή βραβεία που απονέμονται σε μια σειρά από κατηγορίες προς αναγνώριση των πολιτισμικών και επιστημονικών επιτευγμάτων.
Η διαθήκη του Σουηδού εφευρέτη Άλφρεντ Νόμπελ θεσμοθέτησε τα βραβεία το 1895. Τα βραβεία στη Φυσική, στη Χημεία, στη Φυσιολογία ή Ιατρική, στη Λογοτεχνία και στην Ειρήνη για πρώτη φορά απονεμήθηκαν το 1901.
Το Βραβείο στις Οικονομικές Επιστήμες της Τράπεζας της Σουηδίας στη Μνήμη του Άλφρεντ Νόμπελ δημιουργήθηκε το 1968.
Μεταξύ 1901 και 2012, τα Βραβεία Νόμπελ και το Βραβείο Οικονομικών Επιστημών απονεμήθηκαν 555 φορές σε 856 άτομα (835 καθώς κάποιοι έλαβαν το Βραβείο περισσότερες από μία φορές) και σε Οργανισμούς.
Το Νόμπελ Ειρήνης απονέμεται στο Όσλο της Νορβηγίας, ενώ τα άλλα βραβεία απονέμονται στη Στοκχόλμη της Σουηδίας.
Το Βραβείο Νόμπελ θεωρείται ευρέως ως το πιο διάσημο βραβείο διαθέσιμο στους τομείς της λογοτεχνίας, της ιατρικής, της φυσικής, της χημείας, της ειρήνης, και των οικονομικών.
Η Σουηδική Βασιλική Ακαδημία των Επιστημών απονέμει το Βραβείο Νόμπελ Φυσικής, το Βραβείο Νόμπελ Χημείας, και το Βραβείο στις Οικονομικές Επιστήμες της Τράπεζας της Σουηδίας στη μνήμη του Άλφρεντ Νόμπελ.
Η Συνέλευση Νόμπελ στο Ινστιτούτο Καρολίνσκα απονέμει το Βραβείο Νόμπελ Φυσιολογίας και Ιατρικής.
Η Σουηδική Ακαδημία χορηγεί το Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας.
Το Βραβείο Νόμπελ Ειρήνης δεν απονέμεται από σουηδική οργάνωση, αλλά από τη Νορβηγική Επιτροπή Νόμπελ.
Τα διάφορα βραβεία απονέμονται κάθε χρόνο. Κάθε δικαιούχος, ή νομπελίστας, λαμβάνει ένα χρυσό μετάλλιο, ένα δίπλωμα και ένα χρηματικό ποσό, το οποίο αποφασίζεται από το Ίδρυμα Νόμπελ. Το βραβείο δεν απονέμεται μετά θάνατο. Ωστόσο, αν σε ένα άτομο έχει απονεμηθεί ένα βραβείο και πεθάνει πριν από την παραλαβή του, το βραβείο μπορεί ακόμα να δοθεί.
Αν και ο μέσος αριθμός των δικαιούχων ανά βραβείο αυξήθηκε σημαντικά κατά τη διάρκεια του 20ου αιώνα, ένα βραβείο δεν μπορεί να μοιράζεται ανάμεσα σε περισσότερα από τρία άτομα.